Λένε ότι, όταν ο άνθρωπος πεθαίνει, το ανθρώπινο σώμα γίνεται ελαφρότερο κατά 21 γραμμάρια. Τόσο ζυγίζει η ανθρώπινη ψυχή. Παρόλο που κάτι τέτοιο δεν είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο και δεν πιστεύουν όλοι ότι ο Θεός εμφύσησε τη ζωή στον άνθρωπο, οι περισσότεροι μάλλον θεωρούν ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο υπάρχει κάτι πέρα από το σώμα, μια «ουσία» της ζωής που περικλείει όλα αυτά που συνιστούν τον άνθρωπο.
Πρόκειται συνεπώς για μια μεταφορά της ουσίας που αν και άυλη υπάρχει όμως και καθιστά το καθετί κάτι παραπάνω από ένα σύνολο επιμέρους στοιχείων, και η οποία δεν μπορεί να απομονωθεί ούτε να διαχωριστεί ως ένα απλό συστατικό του συνόλου. Η «ψυχή» είναι λοιπόν αυτή που απομένει, όταν όλα τα υπόλοιπα στοιχεία έχουν εκλείψει. Είναι αυτή που μας βοηθά να υπομένουμε οποιαδήποτε ανυπέρβλητη φαινομενικά δυσκολία, αυτή που καθιστά την μουσική κάτι παραπάνω από μία ακολουθία ανόμοιων ήχων και την πρακτική της περφόρμανς κάτι περισσότερο από μια απλή διάρθρωση μεμονομένων δράσεων. Η έννοια της «ψυχής» ξεφεύγει από τα όρια της θρησκευτικής αντίληψης και αντιπροσωπεύει την πίστη μας για όλα όσα έχουν σημασία και αξίζει να συνεχιστούν.
Όπως φαίνεται αυτά τα ζητήματα υπάρχουν. Ο αέναος κύκλος της μετενσάρκωσης, το αιώνιο Βασιλείο, η κορυφή του Ολύμπου, η απεραντοσύνη του διαστρικού χώρου, ανήκουν όλα στα μεγάλα ερωτήματα που το ανθρώπινο είδος προσπαθούσε ανέκαθεν με δυσκολία και ακόμα προσπαθεί να κατανοήσει.
Η ανθρωπότητα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την ύπαρξη ενός ‘τέλους’ ή ενός ‘ορίου’ το οποίο ακολουθείται από μια διαρκή και ισορροπημένη αρμονία χωρίς την χρήση μια άλλης μεγάλης έννοιας παρά σε σπάνιες περιπτώσεις. Ωστόσο, στην απεραντοσύνη της αιωνιότητητας το αίσθημα του θαυμασμού και το αίσθημα του φόβου πάνε μαζί. Η αρμονία και η ισορροπία μπορεί να γίνουν εξίσου αντιληπτές ως κάτι το στατικό και αμετάβλητο, μία τρομακτική αίσθηση συνεχούς αναβολής δίχως τέλος.
Οι έννοιες του ‘τέλους’ ή του ‘ορίου’ ισχύουν στην πολιτική δεδομένου ότι οι πιο προοδευτικές ιδεολογίς και οι κοινωνικοοικονομικές θεωρίες απαιτούν μια κάποια ιδεατή κατάσταση συνύπαρξης. Από αυτή την άποψη αναγνωρίζουν τη ζώσα εμπειρία ως μια ατελή πάλη που θα πρέπει να οδηγήσει είτε σε κάτι που δεν έχει ακόμα αποκρυσταλλωθεί ή σε κάτι που έχει εγκαταλειφθεί από καιρού.
Αυτή η κατάσταση που είτε έχει ξεχαστεί είτε θα υπάρξει στο μέλλον, αυτό που θα ακολουθήσει το ‘τέλος’ – είτε πρόκειται για την Ημέρα της Κρίσης είτε για την Επανάσταση – αποδίδεται εικονογραφικά ως Κήπος. Ο Κήπος είναι ο τόπος της αφθονίας, ο ‘παράδεισος’ σε αντίθεση με τη ζωή που τις περισσότερες φορές χαρακτηρίζεται από τη στέρηση και την απώλεια. Παρολαυτά, ειδικά στην Ιουδαιοχριστιανική παράδοση, ο Κήπος έχει μια ξεκάθαρα ορισμένη χρονικά λειτουργία, αφού συμβολίζει την αρμονία και τη γαλήνη που υπήρχε κάποτε αλλά τώρα έχει χαθεί – μια ιδέα που προσιδιάζει στο αρκαδικό ιδεώδες.
Η νεωτερική οικολογία αναφέρεται συχνά στην Αρκαδία στην οποία το ανθρώπινο είδος παλεύει να επιστρέψει, αν και τις περισσότερες φορές αυτή η κίνηση γίνεται αντιληπτή ως μια προοδευτική κίνηση και όχι ως μια επιστροφή στο παρελθόν. Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι η οικολογία ως ένα διακριτό φαινόμενο της νεωτερικότητας είναι άμεσα συνδεδεμένο με την έννοια της προόδου ενώ παράλληλα πρέπει να κάνει αναφορά στην ιδέα μιας ‘επιστροφής’ σε μια περίοδο όπου η αρμονία ανάμεσα σε όλα τα έμβια όντα ήταν μια πραγματικότητα. Η αντίληψή ότι όλοι έχουμε βρεθεί σε αυτό το σημείο, ότι ακόμα κι αυτοί που υποφέρουν, οι έκπτωτοι ή οι ήδη νεκροί έχουν υπάρξει μέσα στην Αρκαδία θυμίζει τη γνωστή έκφραση του 18ου και 19ου αιώνα: Και εγώ στην Αρκαδία: Ήμουν κι εγώ στην Αρκαδία. Κάνει έκκληση για την επιστροφή στην χαμένη αθωώτητα. Η αθωώτητα ταυτίζεται με την παιδική ηλικία, μια περίοδο που θεωρείται, κάπως λανθασμένα, προικισμένη με μια υποτιθέμενη έλλειψη δόλου και γι’αυτό το λόγο αντιπροσωπεύει αυτό για το οποίο θα πρέπει όλοι μας να πασχίσουμε. Η επιστροφή στην παιδική ηλικία είναι ένα ισχυρό συμβολικό πρόταγμα, μια έκκληση αυτού που γίνεται αντιλητπό ως μια ηθική εκτός χρόνου που δεν έχει προλάβει ακόμα να διαστρεβλωθεί από τη στέρηση και τον πολιτισμό.
Παρολαυτά στον 20ο αιώνα τα πράγματα πήραν έναν άλλο δρόμο: ‘Είμαι παρών ακόμα και στην Αρκαδία’, λέει ο Θάνατος, σύμφωνα με τη σύγχρονη ερμηνεία της φράσης αυτής. Σήμερα, ο Θάνατος είναι για μας άμεσα συνδεδεμένος με το αρκαδικό ιδεώδες και τη χαμένη μας αθωώτητα. Πράγματι, πώς θα μπορούσε να είναι απών από οποιαδήποτε πραγματεία της μετά θάνατον ζωής;
Τι είναι ο θάνατος; Η μοντέρνα ιατρική δεν αντιλαμβάνεται τον θάνατο τόσο πολύ ως ένα γεγονός παρά ως μια διαδικασία. Σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει μια ουσιαστική δυσκολία να οριστεί επακριβώς το όριο, να πούμε με βεβαιότητα πότε πεθαίνει κάποιος.
Αυτό το πρόβλημα απηχεί τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν τον θάνατο επί χιλιετίες, εφοδιάζοντας τους νεκρούς τους για το μεγάλο ταξίδι, βάζοντας τους σε βάρκες και αφήνοντάς τους να πλεύσουν στην ανοιχτή θάλασσα, ή φανταζόμενοι ότι αυτό θα το αναλάμβανε ένας βαρκάρης με κάποιο αντίτιμο. Ο Θάνατος έχει παρομοιαστεί με διάβολο, αλλά και ενίοτε ως ανακούφιση, και πάντοτε σηματοδοτούσε όχι μόνο το τέλος αλλά και μια αρχή. Παρόλο που οι άνθρωποι φοβούνται τον θάνατο και έχουν προσπαθήσει να προβάλλουν αντίσταση ή να τον νικήσουν ενδεχομένως με κάποιο τρόπο, έχουν επίσης εφεύρει άπειρους τρόπους να τον δοξάσουν, να τον αποδεχτούν, να τον γιορτάσουν ή απλώς να συμφιλιωθούν μαζί του.
Παρολαυτά το Heaven ασπάζεται και τον αιώνιο σύντροφο του θανάτου, τον έρωτα. Από το χριστιανικό ιδεώδες της αγάπης, που εκπληρώνεται στον Παράδεισο, μέχρι αναρίθμητα πιστεύω, παγανιστικά αλλά και μονοθεϊστικά, που τοποθετούν τον σαρκικό έρωτα στο επίκεντρο των μεταθανάτιων απολαβών, η ιδέα του έρωτα σχετιζόταν πάντοτε με τη μετά θάνατον ζωή.
Ωστόσο, αυτός ο συσχετισμός λειτουργεί και αντίστροφα: είτε στην περίπτωση βαθιάς σεξουαλικής ικανοποίησης ή αγάπης με την έννοια της αληθινής συντροφικότητας, οι πιο επιτυχημένες ερωτικές ιστορίες είναι αυτές που όπως λέγεται έχουν φτάσει μέχρι τον ‘παράδεισο’. Ένα ακόμη αξιοσημείωτο στοιχείο είναι ότι παρόλο που όλες οι θρησκείες από αμνημονεύτων χρόνων έχουν προσπαθήσει να θέσουν όρια στη σαρκική επαφή, ο έρωτας έχει την ικανότητα να επιφέρει στον ‘παράδεισο’ μια αίσθηση κάπως κοσμική και παροδική ταυτόχρονα.
Και ενώ συνήθως τίθεται ένα διακριτό όριο μεταξύ αγάπης και σεξουαλικής επιθυμίας, ο πόθος παραμένει ίσως το πιο ισχυρό μέρος της εξίσωσης. Γιατί η σαρκική επιθυμία είναι ένα υπόλοιπο, αυτό που εκφράζεται ως μια κοσμική και παροδική ‘ευχαρίστηση’. Η ευχαρίστηση είναι η πραγραματική ουσία του παραδείσου ή τουλάχιστον του επίγειου παραδείσου.
Η μεταφορά του ‘παραδείσου’ εμφανίζεται διαρκώς στη σύγχρονη ζωή: Μπορείς να φτάσεις στον επίγειο παράδεισο αμέσως τώρα! Η ζωή σου είναι ένα έργο: Βελτιώσου, εκπαιδεύσου, χάσε βάρος, φόρα γυαλιά ηλίου, διάλεξε την εταιρεία που θέλεις να δουλέψεις, γνώρισε κόσμο, σου πάνε τα τζιν, κάνε φίλους, μετακόμισε σε νέο διαμέρισμα, κάνε διακοπές, άλλαξε το κινητό σου τηλέφωνο, πάρε ένα mp3 player, στείλε τη φωτογραφία σου, αγόρασε ένα SUV, νοίκιασε ένα σκάφος, πιες ένα κοκτέιλ, πέταξε παντού, οι φόροι συμπεριλαμβάνονται, πάρε ένα διπλό caramel macchiato, πιες έναν φρέσκο χυμό, δοκίμασε αυθεντικό σούσι, τέλειο design, προστάτευσε το δέρμα σου, διάλεξε την καλύτερη βιολογική γαλοπούλα, βρες μια καλύτερη δουλειά, ψήφισε αυτούς που εμπιστεύεσαι, πάρε δάνειο, αγόρασε μια μεγάλη οθόνη LCD, αγόρασε σπίτι, ταξίδεψε, παράγγειλε pizza, νοίκιασε ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα, πάρε ένα παγωτό, παντρέψου, πήγαινε στην παραλία, πάρε ένα διπλό κρεβάτι μεγάλου μεγέθους, σαμπάνια στην πισίνα, χόρεψε, αγόρασε, διάλεξε, έλα, να είσαι ο εαυτός σου, αυτός είναι ο παράδεισος, εσύ τι θέλεις;
XYZ, Μάρτιος – Ιούνιος 2008